Κάλαμις

Κάλαμις
(5ος αι. π.Χ.). Γλύπτης. Καταγόταν ίσως από τη Βοιωτία και είχε εγκατασταθεί στην Αθήνα. Υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους γλύπτες, κυρίως χαλκοπλάστης, της εποχής πριν από τον Φειδία. Η γλυπτική του καλύπτει το χρονικό διάστημα από το 470 έως περίπου το 440 π.Χ., σημειώνοντας έτσι τη μετάβαση από τον αυστηρό ρυθμό στην ώριμη κλασική τέχνη του δεύτερου μισού του 5ου αι. π.Χ. Κανένα πρωτότυπο έργο του δεν έχει σωθεί. Πληροφορίες για την τέχνη του υπάρχουν σε αρχαίες γραπτές πηγές και πιθανές απεικονίσεις γλυπτών του σε αρχαία νομίσματα ή σε έργα μικροτεχνίας, καθώς και σε αντίγραφα των ρωμαϊκών χρόνων. Ο Παυσανίας αναφέρει ως τα πιο φημισμένα έργα του τα άλογα και τους έφιππους εφήβους του αφιερώματος του Δεινομένη στην Ολυμπία (466-464 π.Χ.), για την κατασκευή του οποίου συνεργάστηκε με τον Αιγινήτη Ονάτα, τον Κριοφόρο Ερμή της Τανάγρας (περ. 450 π.Χ.), τον κολοσσιαίο χάλκινο Απόλλωνα της Απολλωνίας του Εύξεινου Πόντου (μέσα 5ου αι. π.Χ.) που μεταφέρθηκε τον 1o αι. π.Χ. στη Ρώμη και στήθηκε στο Καπιτώλιο, την Αφροδίτη των Προπυλαίων της Ακρόπολης της Αθήνας (περ. 445), τον Απόλλωνα Αλεξίκακο στον Κεραμεικό, τον Δία Άμμωνα, αφιέρωμα του Πινδάρου στη Θήβα (περ. 440), την Ερμιόνη, αφιέρωμα των Λακεδαιμονίων στους Δελφούς, το μαρμάρινο άγαλμα του Διόνυσου στην Τανάγρα, το χρυσελεφάντινο άγαλμα του Ασκληπιού στην Κόρινθο, το χάλκινο άγαλμα της Αλκμήνης κ.ά. Το άγαλμα της Σωσάνδρας, που αναφέρει με θαυμασμό ο Λουκιανός, ήταν μάλλον έργο ενός νεότερου Κάλαμη, γλύπτη του 4ου αι. π.Χ. Παρά το γεγονός ότι ο Κ. παρέμεινε προσηλωμένος στις αρχές του αυστηρού ρυθμού, φαίνεται ότι στα έργα της ωριμότητάς του έδωσε αβρότητα και χάρη, στοιχεία που εκτιμούσαν ιδιαίτερα οι αρχαίοι.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • καλαμίς — limed twig fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κάλαμις — fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καλαμίδα — καλαμίς limed twig fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καλαμίδας — καλαμίς limed twig fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καλαμίδι — καλαμίς limed twig fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καλαμίδος — καλαμίς limed twig fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Καλαμίδων — Κάλαμις fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καλαμίδων — καλαμίς limed twig fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Καλάμιδος — Κάλαμις fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καλαμίδα — η (Α καλαμίς) [κάλαμος] εργαλείο για τη σύλληψη πτηνών, ξόβεργα αρχ. 1. θήκη γραφικών καλάμων, γραφίδων, κονδυλοθήκη 2. γραφίδα, πένα 3. οδοντογλυφίδα 4. εργαλείο που τό χρησιμοποιούσαν πυρακτωμένο για κατσάρωμα τών μαλλιών 5. είδος καρφοβελόνας …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”